- ᾠδῷ
- ᾠδόςsingermasc dat sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
παλινωδώ — (Α παλινῳδώ έω) ανακαλώ όσα είπα προηγουμένως αρχ. 1. ψάλλω ωδή αντίθετη με την προηγούμενη 2. επαναλαμβάνω ωδή 3. (γενικά) επαναλαμβάνω. [ΕΤΥΜΟΛ. < πάλιν + ῳδῶ (< ῳδός < ὠδή), πρβλ. κιθαρ ωδώ] … Dictionary of Greek
χορωδώ — έω, Α 1. τραγουδώ μετέχοντας σε χορό θεάτρου 2. τραγουδώ χορεύοντας. [ΕΤΥΜΟΛ. < χορός + ῳδῶ (< ῳδός < ᾠδή), πρβλ. κωμ ῳδῶ] … Dictionary of Greek